________________________________________________________________________________________________________________________________________

ΑΡΧΙΚΗ ΣΕΛΙΔΑ / ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ / ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΟΣ ΝΑΟΣ / ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ ΤΗΣ ΠΟΛΗΣ / ΚΕΙΜΕΝΑ ΠΑΝ. ΑΝΔΡΙΟΠΟΥΛΟΥ / ΠΙΝΑΚΑΣ ΕΛΕΓΧΟΥ
________________________________________________________________________________________________________________________________________


2/06/2012

Ο ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΣΤΗ ΧΑΛΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΟΡΤΗ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΦΩΤΙΟΥ


Ρεπορτάζ-φωτογραφίες: Νικόλαος Μαγγίνας
Την ελπίδα πως σύντομα θα επαναλειτουργήσει η Θεολογική Σχολή της Χάλκης, έτσι ώστε να επανορθωθεί η αδικία που συντελέσθηκε το 1971 οπότε και αποφασίσθηκε με απόρρητο διάταγμα της τότε Κυβερνήσεως το κλείσιμό της, εξέφρασε σήμερα ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ημέρα κατά την οποία η Πρωτόθρονη Εκκλησία της Ορθοδοξίας τιμά τη μνήμη του Αγίου Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Φωτίου, ιδρυτή της Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδας Χάλκης. 
«Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον... προέβαλλε πάντοτε προς τας Τουρκικάς αρχάς δια σειράς Μνημονίων και Πατριαρχικών Γραμμάτων, αλλά και προς πάσαν άλλην διεθνή κρατικήν ή μη οργάνωσιν, το δίκαιον αίτημα της επαναλειτουργίας της Σχολής, επιζητούν την επανόρθωσιν της αδικίας», είπε στην ομιλία του ο Οικουμενικός Πατριάρχης και πρόσθεσε: «Τον Γολγοθάν, τον κάθε Γολγοθάν, το κάθε Πραιτώριον, την πάσαν αδικίαν ακολουθεί η Ανάστασις».
Και ο Οικουμενικός Πατριάρχης σημείωσε με νόημα:
«Ουδείς έχει να φοβηθή από την λειτουργίαν μιας τοιαύτης Σ χ ο λ ή ς. Διότι εξ αυτής εξήρχοντο άνθρωποι μεμυημένοι εις την Θείαν Αγάπην, η οποία πάντα στέγει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει και η οποία ουδέποτε εκπίπτει».
Η σημερινή ημέρα πανηγύρεως της Ιεράς Μονής συνδυάστηκε με την εγκατάσταση του νέου ηγουμένου της, Μητροπολίτη Προύσης Ελπιδοφόρου, στον οποίο ο Οικουμενικός Πατριάρχης, μετά τη Θεία Λειτουργία, επέδωσε και την ηγουμενική ράβδο.


Αργότερα στην αίθουσα τελετών της Σχολής, ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην ομιλία του ευχήθηκε επιτυχία στη διακονία του νέου ηγουμένου και να «ίδη επί των ημερών του επαναλειτουργούσαν την Σχολήν, τρέφουσαν και καταρτίζουσαν τα νοσσία αυτής δια του πνεύματος και της μαρτυρίας και του ήθους της Μεγάλης Εκκλησίας».
Στην πανηγυρική Θεία Λειτουργία παρέστησαν οι Μητροπολίτες: Γέρων Δέρκων Απόστολος, Τρανουπόλεως Γερμανός, Πριγκηποννήσων Ιάκωβος, Ελσινκίου Αμβρόσιος, Μυριοφύτου και Περιστάσεως Ειρηναίος, Μύρων Χρυσόστομος, Σασίμων Γεννάδιος, ο Αρχιμ. Νεκτάριος Σελαλμαζίδης, Επίτροπος του Παναγίου Τάφου, ο Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος Νικόλαος Ματθιουδάκης, Άρχοντες του Θρόνου, καθηγητές και μαθητές από την Εκκλησιαστική Σχολή Χανίων Κρήτης και πλήθος πιστών.

Ο Μ Ι Λ Ι Α
ΤΗΣ Α.Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝ ΤΗι ΙΕΡᾼ ΜΟΝΗι ΑΓΙΑΣ ΤΡΙΑΔΟΣ ΧΑΛΚΗΣ
ΕΠΙ Τηι ΜΝΗΜΗι ΤΟΥ ΙΕΡΟΥ ΦΩΤΙΟΥ ΘΕΙΑΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΝ
ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΙΝ ΤΟΥ ΝΕΟΥ ΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΑΥΤΗΣ
ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΠΡΟΥΣΗΣ κ. ΕΛΠΙΔΟΦΟΡΟΥ
(Χάλκη, 6 Φεβρουαρίου 2012)

Ἱερώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί,
Ἱερώτατε ἅγιε Καθηγούμενε τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς Μητροπολῖτα Προύσης κύριε Ἐλπιδοφόρε,
Ἐντιμότατε κύριε Γενικέ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες,
Ἐλλογιμώτατοι κύριοι Καθηγηταί,
Ἀγαπητοί πατέρες, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ,


Ἡ τελεσθεῖσα σήμερον ἑόρτιος Θεία Λειτουργία εἰς τό Ἱερόν τοῦτο Σταυροπήγιον, τό πηχθέν πρό δώδεκα περίπου αἰώνων ὑπό τοῦ σήμερον ἑορταζομένου Ἱεροῦ Φωτίου τοῦ Ὁμολογητοῦ, τοῦ Μεγάλου ἐκ τῶν ἐν Ἁγίοις προκατόχων τῆς ἡμετέρας Μετριότητος εἰς τόν πανίερον Πατριαρχικόν καί Ἀποστολικόν Οἰκουμενικόν Θρόνον τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἔχει ἰδιαιτέραν ἐκκλησιολογικήν καί θεολογικήν σημασίαν, ὡς ἄλλωστε καί πᾶσα τέλεσις τῆς ἀναιμάκτου Θείας Εὐχαριστίας, διότι παραπέμπει τήν μνήμην καί τήν καρδίαν ἡμῶν εἰς τόν Γολγοθᾶν, καί δή εἰς τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος ἀνυψώθη καί ἀπέθανεν ἐν τῷ Σταυρῷ, εἶτα δέ Ἀνέστη διά τήν σωτηρίαν τοῦ κόσμου παντός.
Ἐδῶ, ὁ Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως Φώτιος, ὁ Ὁμολογητής, ὁ καί Καθηγητής τοῦ Πανεπιστημίου αὐτῆς, ἔπηξε τόν Σταυρόν τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς, ἡ ὁποία ἔμελλε νά ἀναδειχθῇ εἰς τούς μετέπειτα αἰῶνας, ἄχρι μόλις πρό τεσσαράκοντα ἀκριβῶς ἐτῶν, καί ὡς Μονή καί ὡς Σχολή φυτώριον ἐκκλησιαστικῆς φιλομαθείας καί παιδείας καί καταρτίσεως στελεχῶν καί κηρύκων τοῦ Σταυροῦ καί τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καί τῆς ὁμολογίας τῆς εἰς Αὐτόν πίστεως, ὡς ὑπῆρξε καί ἡ προσωπική ζωή καί ἡ μαρτυρία τοῦ ἰδίου: ὁμολογία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καί προάσπισις αὐτῆς ἔναντι τῶν αἱρέσεων.
Σ τ α υ ρ ό ς καί Ἀ ν ά σ τ α σ ι ς, ἀποτελοῦν τό βίωμα τῆς Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας καί τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ, ὁ ὁποῖος δέον νά διακρίνεται διά τό σταυροαναστάσιμον αὐτοῦ ἦθος. Ὁ Σταυρός εἶναι σημεῖον ἀναγνωρίσεως τοῦ Χριστοῦ καί τοῦ ἀληθινοῦ Χριστιανοῦ. Ἡ σταυροαναστάσιμος αὕτη ἀτμόσφαιρα συναντᾶται εἰς τήν Ὀρθόδοξον Θεολογίαν, ἡ ὁποία εἶναι ἐμπειρική διά τῆς σταυρώσεως καί οὐχί στοχαστική ἤ ἠθικιστική. Ἐπί πλέον, αὐτό τό σταυροαναστάσιμον ἦθος συναντᾶται εἰς τήν μυστηριακήν καί τήν πνευματικήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας μας: εἰς τήν μυστηριακήν, δοθέντος ὅτι τά μυστήρια τελειοῦνται διά τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ἡ ὁποία παρέχεται διά τοῦ τύπου καί τοῦ σημείου τοῦ Σταυροῦ, διά τοῦ ὁποίου μεταδίδεται ἡ θεία ἐνέργεια· καί εἰς τήν πνευματικήν ζωήν, ὡς θυσία καί προσφορά, ὡς κένωσις καί ὑπέρβασις ἐν Χριστῷ τῶν αἰσθήσεων καί τῶν δερματίνων χιτώνων τῆς φθορᾶς καί τῆς θνητότητος. 
Ὁ Ἱερός Φώτιος, τοῦ ὁποίου σήμερον ἐπικαλούμεθα τήν μεσιτείαν καί πρεσβείαν πρός τόν Κύριον ἐν εὐχαριστίᾳ πολλῇ, ἐθεολόγησε μέ τήν σταυροαναστάσιμον νοοτροπίαν. Καί μέ τήν θεολογίαν αὐτήν ἔζησε καί ἐπολιτεύθη, ὡς καθηγητής καί ὡς Ποιμήν. Ἄν καί ἀντιμετώπισεν ἀδικίας καί περιφρονήσεις, ἄν καί ἐγεύθη χολῆς καί ὄξους, ἐκοιμήθη εὐχαριστῶν καί δοξάζων τόν Θεόν. Οὕτως ἀνεδείχθη διδάσκαλος λόγῳ καί ἔργῳ, ποιμήν θυσιάζων τήν ζωήν αὐτοῦ ὑπέρ τοῦ Μεγάλου Ποιμένος καί τῶν προβάτων αὐτοῦ, ἐκδαπανώμενος καθ᾿ ἡμέραν εἰς τήν ἐν Χριστῷ διακονίαν τοῦ λαοῦ, διδάσκων τόν λόγον τῆς ἀληθείας.

Ὡς ὀφθαλμός πάσης τῆς οἰκουμένης, ὁ Ἱερός Φώτιος, ἐνδιεφέρετο διά πάντας τούς ἀνθρώπους “εἰς ἐπίγνωσιν ἀληθείας ἐλθεῖν” αὐτούς (Α´ Τιμ. β΄, 4), διό καί ἀπέστειλεν ἱεραποστόλους εἰς τούς βορείους τῆς Βυζαντινῆς Αὐτοκρατορίας λαούς ἵνα κηρύξωσιν Ἰησοῦν Ἐσταυρωμένον καί Ἀναστάντα καί εὐαγγελισθῶσι Χριστόν τοῖς ἐν σκότει καί σκιᾷ θανάτου καθημένοις. Ὁ μεγαλόπνοος οὗτος ἀνήρ ἐκοπίασε πολύ, ἵνα πάντες οἱ ἄνθρωποι οἱ κατοικοῦντες ἐπί πᾶν τό πρόσωπον τῆς γῆς γνωρίσουν τήν Ἀλήθειαν, τοὐτέστι τόν Χριστόν, καί ἀπολαύσουν τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος καί τῆς φιλανθρωπίας Αὐτοῦ.
Ὁ σπόρος τῆς ἐκκλησιαστικῆς φιλομαθείας ὁ ὁποῖος ἐνυπῆρχεν εἰς τήν ἵδρυσιν τῆς Μονῆς ταύτης, ἐμφυτευθείς ὑπό τοῦ ἀνιδρυτοῦ αὐτῆς Ἱεροῦ Φωτίου, ἀνεβλάστησεν εἰς τό γόνιμον ἔδαφος αὐτῆς καί ἐκαρποφόρησεν ἐν ἔτει 1844 ὅτε ἱδρύθη ὑπό ἑνός ἑτέρου ἐκ τῶν προκατόχων ἡμῶν, τοῦ Πατριάρχου Γερμανοῦ τοῦ Δ´, τό ἱερόν “φυτώριον τῶν παρ᾿ ἡμῖν ἐκκλησιαστικῶν καί θεολογικῶν γραμμάτων”, ἡ παγκοίνως γνωστή Ἱερά Θεολογική Σχολή τῆς Χάλκης, ἡ ὁποία μέχρι τῆς διά λόγους “τυπικούς” ἐν ἔτει 1971 ἀπαγορεύσεως τῆς λειτουργίας της, προσέφερεν ἀνεκτιμήτους ὑπηρεσίας καί διακονίαν εἰς τόν Οἰκουμενικόν Θρόνον, εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν, εἰς τόν Χριστιανισμόν, εἰς τά Ἱερά Γράμματα καί εἰς τήν ἐν γένει παιδείαν τῶν καθ᾿ ἡμᾶς κάτω τούτων χρόνων. Οἱ ἀπόφοιτοι αὐτῆς ἀνεδείχθησαν Πατριάρχαι, Ἀρχιερεῖς, λευῖται τῆς Χάριτος καί διδάσκαλοι τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας ἐν τῇ καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολῇ, ἐν τῇ Ἑσπερίᾳ καί ἀνά πᾶσαν τήν ὑφήλιον. Ἐπί 127 ἔτη ὑπῆρξεν ἀληθῶς τό θεολογικόν καί πνευματικόν ἐργαστήριον τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί οὐχί μόνον.
Δυστυχῶς, αἰφνιδίως, πρό τεσσαράκοντα ἐτῶν ἐχαρακτηρίσθη καί αὕτη, ὡς γνωστόν, ὑπό τοῦ Ὑπουργείου Παιδείας τῆς Χώρας ἡμῶν ὡς Ἀνωτάτη Σχολή καί δι᾿ αὐτό ἐκλείσθη. Ἐν τούτοις, ἡ Σχολή αὐτή δέν εἶχεν ἱδρυθῆ δυνάμει τῆς τότε ἰσχυούσης σχετικῆς νομοθεσίας, ἀλλά ἐλειτούργει ἀπό τοῦ 1844 ὡς Μειονοτική Θρησκευτική καί κυρίως Ἱερατική (κατά τινα τρόπον ἐπαγγελματική) Σχολή, καί ὡς τοιαύτη ἀνεγνωρίζετο ὑπό τῶν Κρατικῶν Ἀρχῶν, ἐκαλύπτετο δέ ἡ λειτουργία αὐτῆς ὑπό τῶν ἄρθρων 40 καί 41 τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης διά τῶν προβλέψεων τῆς ὁποίας ὁρίζεται ὅτι οἱ πολῖται τῆς Χώρας ταύτης, οἱ ἀνήκοντες εἰς μή μουσουλμανικάς μειονότητας, ἔχουν ἴσον δικαίωμα νά συνιστοῦν, διευθύνουν καί ἐποπτεύουν, ἰδίαις δαπάναις, τοιαύτας σχολάς, καί ὅτι ἡ Τουρκία ἀναλαμβάνει τήν ὑποχρέωσιν ὅπως αἱ διατάξεις αὗται τῆς Συνθήκης τῆς Λωζάννης ἀναγνωρισθοῦν ὡς θεμελιώδεις νόμοι τοῦ Τουρκικοῦ Κράτους καί ὅπως οὐδείς νόμος ἤ κανονισμός ἤ ἐπίσημός τις πρᾶξις διατελῶσιν ἐν ἀντιφάσει πρός τάς διατάξεις ταύτας ἤ κατισχύωσιν αὐτῶν. Ἐν τούτοις, αἱ ἐγχώριοι διατάξεις κατίσχυσαν αὐτῶν καί οὕτως αἱ πῦλαι τῆς Σχολῆς παραμένουν κεκλεισμέναι καί αὐτή σιωπῶσα. Καί ἔτσι μία Ὀρθόδοξος Θεολογική Σχολή ἐκλείσθη κατά τρόπον ἀνορθόδοξον!
Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἔκτοτε, διά τῶν προκατόχων ἡμῶν Πατριαρχῶν Ἀθηναγόρου καί Δημητρίου, ἰδιαιτέρως ὅμως, ἐπιτραπήτω ἡμῖν, ἐπί τῆς εἰκοσαετοῦς καί πλέον ταπεινῆς Πατριαρχικῆς διακονίας ἡμῶν, προέβαλλε πάντοτε πρός τάς Τουρκικάς ἀρχάς διά σειρᾶς Μνημονίων καί Πατριαρχικῶν Γραμμάτων, ἀλλά καί πρός πᾶσαν ἄλλην διεθνῆ κρατικήν ἤ μή ὀργάνωσιν, τό δίκαιον αἴτημα τῆς ἐπαναλειτουργίας τῆς Σχολῆς, ἐπιζητοῦν τήν ἐπανόρθωσιν τῆς ἀδικίας. Ἐλπίζεται πλέον ὅτι ἡ φιλόλαος Κυβέρνησις τῆς Τουρκίας, ὑπό τήν σθεναράν καί ρηξικέλευθον ἡγεσίαν τοῦ Πρωθυπουργοῦ αὐτῆς κ. Recep Tayyıp Erdoğan, μελετᾷ ὑπευθύνως καί θετικῶς τήν ἐπίλυσιν τοῦ ζητήματος, ἔχουσα ὑπ᾿ ὄψει τό διεθνῶς κατωχυρωμένον ἀτομικόν δικαίωμα τοῦ ἀνθρώπου, καί ἰδίως τῶν μειονοτήτων, νά διατηροῦν θρησκευτικά σχολεῖα διδάσκοντα τήν θρησκείαν αὐτῶν. Τό πρόβλημα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς Χάλκης εἶναι ἤδη ἀμέσως συνυφασμένον πρός τά γενικώτερα προβλήματά τῆς Μειονότητός μας ἐν Τουρκίᾳ, ἔνια τῶν ὁποίων ἐρρυθμίσθησαν ἤδη ὑπό τῆς Κυβερνήσεως, πρός τήν ὁποίαν καί ἀπό τῆς θέσεως ταύτης ἐκφράζομεν εὐχαριστίας.
Ἡ σημερινή ἡμέρα καί πανήγυρις, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ, ἄς εἶναι προάγγελος τῆς πολυποθήτου ἐκείνης ἡμέρας, κατά τήν ὁποίαν αἱ πῦλαι τῆς παλαιφάτου ταύτης Σχολῆς, θά ἀνοίξουν πρός ὑποδοχήν οὐχί μόνον τοῦ νέου ἡγουμένου ἀλλά καί τῶν σπουδαστῶν, καί θά ἀγάλλωνται τά πνεύματα τοῦ Ἱεροῦ Φωτίου, τοῦ Πατριάρχου Γερμανοῦ τοῦ Δ´ καί τῆς μεγάλης χορείας τῶν Σχολαρχῶν, Καθηγητῶν καί ἀποφοίτων τῆς Σχολῆς, μέ τελευταίους τούς ἀειμνήστους Σχολάρχας Μητροπολίτας Νεοκαισαρείας Χρυσόστομον, Ἰκονίου Ἰάκωβον καί Σταυρουπόλεως Μάξιμον, τούς μακαριστούς Καθηγητάς Μητροπολίτην Μύρων καί εἶτα Ἐφέσου Χρυσόστομον, Μ. Οἰκονόμον Γεώργιον Ἀναστασιάδην, Ἰωάννην Παναγιωτίδην, Ἐμμανουήλ Φωτιάδην, Κωνσταντῖνον Καλλίνικον καί Ἀριστείδην Πασσαδαῖον καί τούς ἐπιζῶντας ἐξ αὐτῶν σεβαστούς διδασκάλους καί ἡμῶν Βασίλειον Ἀναγνωστόπουλον καί Βασίλειον Σταυρίδην, τούς διατηροῦντας διά τῆς συγγραφῆς καί προσφορᾶς των ἄσβεστον τήν φλόγα καί τό πνεῦμα τῆς Χάλκης.
Ναί! ἀναμένομεν τήν ἡμέραν αὐτήν, διότι, τόν Γολγοθᾶν, τόν κάθε Γολγοθᾶν, τό κάθε Πραιτώριον, τήν πᾶσαν ἀδικίαν ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάστασις. Τό Καθολικόν τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς ἀναμένει τάς προσευχάς τῶν σπουδαστῶν, τά βιβλία εἰς τήν Βιβλιοθήκην ἀναμένουν τάς χεῖρας, αἱ ὁποῖαι θά τά τοποθετήσουν ἐπί τῶν ἀναγνωστηρίων πρός ἀπορρόφησιν ἐξ αὐτῶν τῆς ἀποτεθησαυρισμένης Πατερικῆς καί θύραθεν γνώσεως. Αἱ αἴθουσαι διδασκαλίας ἀνυπομονοῦν νά ἀκούσουν καί πάλιν τήν φωνήν τῶν διδασκόντων καί τῶν ἀκροωμένων τάς ἀπορίας καί ἐρωτήσεις. Οἱ διάδρομοι διερωτῶνται διατί ἔπαυσαν νά ἠχοῦν ἐπ᾿ αὐτῶν τά βήματα τῶν νέων, τῶν δι᾿ αὐτῶν πορευομένων πρός τήν ἄνωθεν σοφίαν τήν πλήρη χάριτος καί ἀληθείας. Οἱ κῆποι προσφέρουν τήν ἀνθηφορίαν των, ἀλλ᾿ οὔτε νεανικαί οὔτε πρεσβυτικαί χεῖρες θωπεύουν τά πολύχρωμα καί εὐώδη ἄνθη. Καί ταῦτα πάντα ἄνευ ὀφέλους τινός διά τήν χώραν, διά τήν κοινωνίαν. Ἀντιθέτως! Καί ἡ μέν καί ἡ δέ βλάπτονται, ζημιοῦνται ἐκ τῆς ἀδίκου σιωπῆς. Ἐάν οἱ νόμοι ἡρμηνεύοντο μετά πλείονος εὐρύτητος πνεύματος, πόσον ὡραιοτέρα θά ἦτο ἡ ζωή τῶν ἀνθρώπων!
Ἡ ἀληθής φύσις τῆς Σχολῆς μας εἶναι ὅτι αὕτη εἶναι ἀληθής σ χ ο λ ή μυήσεως εἰς τόν πνευματικόν κόσμον τῆς ἀμωμήτου Ὀρθοδόξου πίστεώς μας, εἰς τόν τρόπον ἐνεργείας τῆς Θείας Χάριτος, εἰς τόν τρόπον προσευχῆς, εἰς τόν τρόπον καταπολεμήσεως τοῦ κακοῦ διά τοῦ ἀγαθοῦ, εἰς τόν τρόπον προσεγγίσεως Θεοῦ καί ἀνθρώπων ἐν ἀγάπῃ καί εἰρήνῃ καί ἀληθείᾳ. Οὐδείς ἔχει νά φοβηθῇ ἀπό τήν λειτουργίαν μιᾶς τοιαύτης Σ χ ο λ ῆ ς. Διότι ἐξ αὐτῆς ἐξήρχοντο ἄνθρωποι μεμυημένοι εἰς τήν Θείαν Ἀγάπην ἄνθρωποι ὡλοκληρωμένοι, ἀγαθοποιοί, εἰρηνοποιοί, φιλάνθρωποι, φιλοπρόοδοι, φίλεργοι, φιλομαθεῖς, φίλοι τοῦ Θεοῦ καί φίλοι τῶν ἀνθρώπων. Τό ἦθος καί τό ἐκκλησιαστικόν φρόνημα καί ἡ δημιουργική δραστηριότης τῶν ἀποφοίτων τῆς Σχολῆς ἡμῶν συνιστοῦν ἀξιόπιστον μαρτυρίαν περί τῶν ἀποτελεσμάτων τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ καί ἀμιγῶς πνευματικοῦ καί λειτουργικοῦ προγράμματός της.
Χαιρόμεθα σήμερον, πρός τούτοις, χαράν ἰδιαιτέραν, διότι ἐνθρονίζομεν εἰς τήν ἱστορικήν ἡγουμενικήν καθέδραν τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς τῆς Παναγίας Τριάδος τόν νεωστί διορισθέντα ὑπό τῆς περί ἡμᾶς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου ἡγούμενον αὐτῆς, Ἱερώτατον ἀδελφόν Μητροπολίτην Προύσης κύριον Ἐλπιδοφόρον, εἰς τόν ὁποῖον παραδίδομεν τήν εὐθύνην ἀλλά καί τό προνόμιον, τήν ὑποχρέωσιν ἀλλά καί τήν τιμήν, νά συνεχίσῃ κοσμῶν τήν ἱστορίαν καί τήν μαρτυρίαν τῆς Μονῆς καί εὐχόμεθα νά ἴδῃ ἐπί τῶν ἡμερῶν του, κατ' αὐτάς τάς ἀπαρχάς τῆς ἡγουμενίας του, ἐπαναλειτουργοῦσαν τήν Σχολήν, τρέφουσαν καί καταρτίζουσαν τά νοσσία αὐτῆς διά τοῦ οἰκουμενικοῦ πνεύματος καί τοῦ ἤθους τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ὁ ἅγιος ἀδελφός, ὁ νέος ἡγούμενος, ἔχει ὅλα τά προσόντα καί τά ἐφόδια διά νά ἐπιτύχῃ εἰς τήν ὑψηλήν ἀποστολήν του, νά ἐγκαινιάσῃ μίαν νέαν περίοδον εἰς τήν ζωήν καί τήν προσφοράν τῆς Μονῆς καί νά γράψῃ σελίδας δόξης. Δόξης ὄχι διά τόν ἑαυτόν σου, ἀδελφέ Ἅγιε Προύσης, οὔτε διά τόν Πατριάρχην Βαρθολομαῖον, ἀλλά διά τήν Μονήν καί τήν Σχολήν μας, διά τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν, τήν Τροφόν τοῦ Γένους, δι' αὐτά τά ἱερώτατα πράγματα τά ὁποῖα ὀφείλομεν νά δοξάζωμεν καί νά τιμῶμεν, διότι αὐτά ὑπερετίμησαν ἡμᾶς τούς ταπεινούς διακόνους αὐτῶν. Συγχαίρομέν σοι, ἅγιε ἀδελφέ, καί δεόμεθα ὁμοῦ μετά τοῦ Σοφοῦ Σολομῶντος: “Θεέ Πατέρων καί Κύριε τοῦ ἐλέους[...], δός τῷ νέῳ ἡγουμένῳ τήν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν καί μή ἀποδοκιμάσῃς αὐτόν ἐκ παίδων σου" (πρβλ. Σοφ. Σολομ. θ΄ 1 κ.ἑξ.).
Θά ἦτο παράλειψις ἀπό μέρους τῆς ἡμετέρας Μετριότητος ἐάν δέν ἐλέγομεν καί τόν προσήκοντα λόγον εὐχαριστίας καί εὐαρεσκείας πρός τόν ἀπελθόντα Προηγούμενον ἅγιον Μοσχονησίων καί ἤδη Δέρκων κ. Ἀπόστολον διά τήν ἐπί σειράν ἐτῶν εὔορκον, πιστήν καί καρποφόρον διακονίαν αὐτοῦ ὑπό τήν ἱεράν ταύτην στέγην, τήν ὁποίαν παρέδωκεν ἀνακαινισμένην καί εὐπαρουσίαστον εἰς τόν ἄξιον διάδοχον αὐτοῦ.


Ἱερώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,
Τό ἐξ ἡμῶν, ἐπαναλαμβάνομεν καί σήμερον καί πάντοτε καί πάλιν καί πολλάκις:
Δόξα τῷ Θεῷ, «ὅτι ἐχαρίσθη (ἡμῖν) τό ὑπέρ Χριστοῦ, οὐ μόνον τό εἰς αὐτόν πιστεύειν, ἀλλά καί τό ὑπέρ αὐτοῦ πάσχειν,- τόν αὐτόν ἀγῶνα ἔχοντες, οἷον εἴδετε ἐν ἐμοί καί νῦν ἀκούετε ἐν ἐμοί” (Φιλιπ. α΄ 29).
Δόξα τῷ Θεῷ, διά τήν χαρισθεῖσαν ἡμῖν ἐκκλησιαστικήν διακονίαν διότι “ἔχομεν τόν θησαυρόν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν, ἵνα ἡ ὑπερβολή τῆς δυνάμεως ᾖ τοῦ Θεοῦ καί μή ἐξ ἡμῶν” (Β´ Κορ. δ΄ 7-8).
Δόξα τῷ Θεῷ, διά τήν δωρηθεῖσαν ἡμῖν δωρεάν, τήν ὁποίαν ἀσκοῦμεν “ἐν παντί θλιβόμενοι ἀλλ᾿ οὐ στενοχωρούμενοι, ἀπορούμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐξαπορούμενοι, διωκόμενοι ἀλλ᾿ οὐκ ἐγκαταλειπόμενοι, καταβαλλόμενοι ἀλλ' οὐκ ἀπολλύμενοι, πάντοτε τήν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι περιφέροντες, ἵνα καί ἡ ζωή τοῦ Ἰησοῦ ἐν τῷ σώματι ἡμῶν φανερωθῇ” (Β´ Κορ. δ΄ 8-10).
Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν!


Λόγος
τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Προύσης
κυρίου Ἐλπιδοφόρου
ἐπὶ τῇ ἐνθρονίσει ὡς Ἡγουμένου
τῆς Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καὶ Σταυροπηγιακῆς
Μονῆς Ἁγίας Τριάδος Χάλκης
(6 Φεβρουαρίου 2012)

«Φωστὴρ θεαυγέστατε
φωτὸς ἐπώνυμε ἅγιε
τὸ σκότος ἀπέλασον
λαμπηδόσι φωτὸς
αὐγάσας θείου»

Παναγιώτατε Δέσποτα,
Σεβασμιώτατε Πρόεδρε τῆς Ἐφορείας,
Ἐντιμότατε κ. Γενικὲ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,
Σεβασμιώτατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Πανοσιολογιώτατοι,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες,
Ἀγαπητοί μου χριστιανοί.
Τὴν ὡς ἄνω ὠδὴν ἐψάλαμε σήμερον εἰς τὸν ἑορτάζοντα Μέγαν ἐν πατρᾶσι καὶ κτίτορα τῆς καθ’ ἡμᾶς Πατριαρχικῆς καὶ Σταυροπηγιακῆς ταύτης Μονῆς, ἡ ὁποία τελεῖ λαμπρὰν πανήγυριν λαμπρυνομένην ἔτι περαιτέρω διὰ τῆς αὐτοπροσώπου παρουσίας καὶ χοροστασίας τῆς Ὑμετέρας Σεπτῆς Κορυφῆς, τοῦ ἐπαξίου διαδόχου αὐτοῦ εἰς τὸν Οἰκουμενικὸν Θρόνον τῆς Βασιλίδος.
Ὁ τοῦ «φωτὸς ἐπώνυμος» ἅγιος Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως καλεῖται ὑπὸ τοῦ ὑμνογράφου «φωστὴρ θεαυγέστατος», τοὐτέστιν οὐχὶ φορεὺς φωτὸς ἰδίου, ἀλλ’ αὐγάζων ἀκτίνας θείας, προερχομένας ἐκ τῆς μόνης πηγῆς τοῦ ἀληθοῦς φωτὸς τοῦ φωτίζοντος πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τὸν κόσμον. Δι’ ὃ καὶ δὲν ὠνομάσθη «φῶς», ἀλλὰ Φώτιος. Διότι εἷς καὶ μόνον ἐτόλμησε νὰ εἴπῃ περὶ ἑαυτοῦ ὅτι «ἐγὼ εἰμὶ τὸ φῶς», ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, ὁ εἰπών «γεννηθήτω φῶς καὶ ἐγένετο φῶς», ὁ Δημιουργὸς τοῦ παντός Θεός.
Φώτιος ὁ ἑορταζόμενος καὶ πανηγυριζόμενος Μέγας ἐν ἁγίοις Πατριάρχης καὶ ἀνεδείχθη φερώνυμος τοῦ φωτὸς διότι «ἤρθη πρὸς τὸ φῶς τὸ ἄδυτον» , ἐκ τοῦ ὁποίου ἀρυσθεὶς τὰς θείας ἐκλάμψεις, μετέδωσε καὶ εἰς ἡμᾶς πάντας διὰ τοῦ βίου καὶ τῶν ἔργων αὐτοῦ. Φωτισθεὶς ὁ ἴδιος, ἐφώτισε λαοὺς καθημένους ἐν σκότει καὶ ἐν σκιᾷ θανάτου∙ λαούς, οἱ ὁποῖοι ὄχι μόνον δὲν ἀφωμοιώθησαν πολιτισμικῶς καὶ γλωσσικῶς, ἀλλ’ ἐξετινάχθησαν διὰ τοῦ ἐκχριστιανισμοῦ αὐτῶν εἰς ὕψη εὐσεβείας, εὐημερίας, καλλιτεχνικῆς ἐκφράσεως, μοναχικῆς ἀσκήσεως, θεολογικῆς ἐκφράσεως καὶ ἐθνικῆς αὐτοσυνειδησίας.
Φωτιστὴς ὁ Μέγας Φώτιος καὶ ἔνθερμος μελετητὴς πάντων τῶν κατὰ τὴν ἐποχὴν αὐτοῦ σωζομένων συγγραμμάτων, διέσωσεν αὐτὰ μεταγράψας καὶ συνοψίσας εἰς τὴν περίφημον Βιβλιοθήκην αὐτοῦ.

Τὸ φῶς, λοιπόν, τοῦ Χριστοῦ ἀπελαύνει τὸ σκότος, ὅπως τὸ φυσικὸν φῶς ἐκχυνόμενον ἀποκαλύπτει εἰς τοὺς ὑγιεῖς ὀφθαλμοὺς ἁπάσας τὰς ἀποχρώσεις τοῦ θαύματος τῆς φυσικῆς δημιουργίας. Τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, ὅμως, δὲν εἶναι μόνον φῶς εὐσεβείας ὁδηγοῦν τοὺς ἀνθρώπους εἰς καλὰ ἔργα, εἰς τὸν παράδεισον τῆς αἰωνίας τρυφῆς καὶ τῆς ἀπολαύσεως τῶν θείων δωρεῶν. Τὸ φῶς Χριστοῦ εἶναι καὶ φῶς γνώσεως∙ γνώσεως παραγούσης πολιτισμόν, τέχνην, μουσικήν, ἀρχιτεκτονικήν∙ γνώσεως ἐξευγενιζούσης τὸν ἄνθρωπον καὶ ἐλαυνούσης τὰ σκότη τῆς ἀγριότητος, τοῦ μίσους καὶ τῆς ἀμαθείας. Διότι, ὡς συνεχίζει ὁ ὑμνωδός, «τὸ σκότος» ἀπελαύνεται «λαμπηδόσι φωτός... θείου», φωτός, δηλαδή, προερχομένου ἔξωθεν τῆς δημιουργίας, φωτὸς μὴ βαρυνομένου ἐκ τῆς φθορᾶς, φωτὸς ἀκτίστου, φωτὸς θείου.
Τοιαύτης περιωπῆς κτίτορα ἔχουσα σεμνύνεται ἡ Ἱερὰ αὕτη Μονὴ περιβεβλημένη, πρὸς τούτοις, τὴν ὑψηλοτέραν δυνατὴν διὰ μίαν Μονὴν τιμήν, αὐτὴν τῆς Πατριαρχικῆς καὶ Σταυροπηγιακῆς ἀξίας. Καὶ πανηγυρίζει σήμερον καὶ πάλιν τιμῶσα θεοπρεπῶς τὴν ἱερὰν αὐτοῦ μνήμην.
Τοιαύτης, λοιπόν, Μονῆς ἠξίωσεν ὁ Θεὸς τὴν ἐλαχιστότητά μου νὰ ὁρισθῶ Ἡγούμενος, προτάσει τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος καὶ ἀποφάσει τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου.
Περιττὸν νὰ εἴπω, Παναγιώτατε Δέσποτα, πόσον μικρός, ἐλάχιστος καὶ ἀνάξιος αἰσθάνομαι διὰ τὴν θέσιν ταύτην ἀναλογιζόμενος τοὺς προκατόχους μου ἐπιφανεῖς καὶ πολιοὺς Ἱεράρχας τοῦ Θρόνου, λογίους ἄνδρας καυχήματα τοῦ Γένους καὶ ἀδάμαντας τῆς Ἐκκλησίας, Σχολάρχας πλήρεις Πνεύματος Ἁγίου καὶ σοφίας τῆς θύραθεν καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς.
Περιδιαβαίνων τοὺς χώρους τῆς Μονῆς, ἀναδιφῶν εἰς τὴν σπανίαν Βιβλιοθήκην, προσευχόμενος ἐν τῷ Ναῷ, ἐνδιαιτώμενος εἰς τὴν τράπεζαν, παρατηρῶν τὰς εὐγενεῖς μορφὰς εἰς τοὺς πίνακας τῆς παρούσης αἰθούσης, αἰσθάνομαι βαρὺ τὸ φορτίον τῆς πολυτίμου καὶ παλαιφάτου κληρονομίας καὶ κάμπτονται τὰ γόνατα ἐκ τοῦ δέους τῆς εὐθύνης.
Θαρρῶν, ὅμως, εἰς τὸ ἔλεος τοῦ Κυρίου καὶ εἰς τὴν πατριαρχικὴν ἐπιείκειαν εὐχαρίστως ἔκλινα αὐχένα ὑπακοῆς καὶ ἀσπαζόμενος τὴν χαριτόβρυτον Ὑμῶν δεξιὰν χαίρων καὶ εὐγνωμόνως παρέλαβον ἐξ αὐτῆς τὴν ἡγουμενικὴν ράβδον, τὴν μεγάλην ταύτην τιμὴν δι’ ἕνα Ἱεράρχην τοῦ Θρόνου.

Παρὰ τὸ γεγονὸς ὅτι εἶμαι ὁ πρῶτος Ἡγούμενος μὴ ἀπόφοιτος τῆς ἐν ἀναγκαστικῇ σιωπῇ διατελούσης Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς, θητεύσας, ὅμως, ἐν τῇ Πατριαρχικῇ Αὐλῇ καὶ μαθητεύσας παρὰ τοὺς σεπτοὺς πόδας τοῦ σοφοῦ Πατρὸς καὶ Πατριάρχου μου, ὑπόσχομαι νὰ καταβάλω πᾶσαν ἀνθρωπίνως δυνατὴν προσπάθειαν νὰ φανῶ ἀντάξιος τῆς ἐμπιστοσύνης τῆς Ὑμετέρας Σεπτῆς Κορυφῆς, ἀντάξιος τῶν προσδοκιῶν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ Γένους.
Εἶμαι εὐγνώμων, Παναγιώτατε Δέσποτα, διὰ τὴν τιμὴν τῆς ἀναθέσεως εἰς τὴν ἐλαχιστότητά μου τῆς Ἡγουμενείας τοῦ ἀδάμαντος τούτου τῶν Ἱερῶν Καθιδρυμάτων τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας, ὁ ὁποῖος κεῖται τόσον ἐγγὺς εἰς τὴν πατριαρχικὴν Ὑμῶν καρδίαν, ὥστε νὰ μὴ ὑπάρχῃ εὐκαιρία καὶ περίπτωσις, καθ’ ἃς δὲν ἀναφέρεσθε μετὰ θέρμης καὶ νοσταλγίας εἴτε εἰς ἀναμνήσεις ἐκ τῆς μαθητείας Ὑμῶν ἐνταῦθα, εἴτε εἰς τὴν ἀνάγκην τῆς ἐπαναλειτουργίας τῆς Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς. Ἐμπιστευόμενος τὴν εὐθύνην ἑνὸς τοιούτου Ἱεροῦ Καθιδρύματος, αἰσθάνομαι ὅτι μοῦ ἐμπιστεύεσθε τὴν καρδίαν Σας, τὴν μυχίαν ἐπιθυμίαν Σας νὰ ἴδητε τὴν Σχολὴν καὶ πάλιν λειτουργοῦσαν, καὶ τότε τὸ αἴσθημα τῆς εὐθύνης γίνεται βαρύτερον. Ἐπαναλαμβάνω τὴν ὑπόσχεσιν ὅτι θὰ καταβάλλω πᾶσαν προσπάθειαν νὰ φανῶ ἀντάξιος τῆς τοιαύτης τιμῆς.
Ἔχω τὴν τιμὴν νὰ παραλαμβάνω τὴν Μονὴν ἐκ τῶν τιμίων χειρῶν τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Γέροντος Δέρκων κ. Ἀποστόλου, τοῦ τιμίου τούτου καὶ ἀνιδιοτελοῦς ἐργάτου τοῦ ἀμπελῶνος τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος εἰργάσθη ἐν αὐτῇ μετ’ αὐταπαρνήσεως καὶ εὐσυνειδησίας καὶ δυσευρέτου σήμερον αἰσθήματος καθήκοντος ἐπὶ δεκαεξαετίαν ὅλην. Παραλαμβάνω, χάρις εἰς αὐτόν, τὴν Μονὴν ἀνακαινισμένην, ὠργανωμένην καὶ εὐρύθμως λειτουργοῦσαν, ὅθεν καὶ ἐκφράζω εἰς αὐτὸν τὰς εὐχαριστίας καὶ τὴν εὐγνωμοσύνην μου, βέβαιος ὢν ὅτι καὶ ἐκ τῆς νέας αὐτοῦ εὐθύνης τῆς Προεδρείας τῆς σεβαστῆς Ἐφορείας θὰ ἐξακολουθήσῃ νὰ νουθετῇ καὶ συμβουλεύῃ τὴν ἐλαχιστότητά μου εἰς τὴν διοίκησιν αὐτῆς.
Εὐχαριστῶ δὲ πάντα τὰ μέλη τῆς σεβαστῆς Ἐφορείας διὰ τὴν ἀγάπην καὶ τὴν ὑποστήριξιν τὴν ὁποίαν ἐπεδείξαντο ἅμα τῇ ἀναλήψει τῶν καθηκόντων μου τὸν παρελθόντα Σεπτέμβριον.
Εὐχαριστῶ πάντας ὑμᾶς, φίλους καὶ ἀδελφοὺς τοὺς ἐντεῦθεν καὶ μακρόθεν ἐλθόντας, οἱ ὁποῖοι διὰ τῆς παρουσίας σας τιμᾶτε τὴν ἐλαχιστότητά μου εἰς τὴν ἀνάληψιν τῆς νέας ταύτης ἐκκλησιαστικῆς διακονίας.

Παναγιώτατε Δέσποτα,
Εἰς τὴν ἀρχὴν τῆς ὁμιλίας μου ἀνεφέρθην εἰς τὸν Ἱερὸν Φώτιον, τὸν τοῦ φωτὸς ἐπώνυμον ἅγιον, τό «τῶν ὀρθοδόξων ἔρεισμα καὶ καύχημα» , «τῶν πατέρων καλλονήν, Ἐώας τὸ θεῖον σέλας, τῆς ἐκκλησίας λαμπρότητα» , διότι ἐπὶ τοιούτου θεμελίου ἐκτίσθη ἡ Ἱερὰ κατὰ Χάλκην Θεολογικὴ Σχολή.
Ἡ Σχολὴ αὕτη καθ’ ὅλα τὰ ἔτη τῆς λειτουργίας αὐτῆς, ἀλλὰ καὶ μετὰ τὴν φωτοσβεστικὴν κίνησιν τῶν κρατούντων, ἀπετέλεσε πηγὴν φωτός, πηγὴν γνώσεως, πηγὴν πολιτισμοῦ, ἀγγελτήριον εἰρήνης, ἐργαστήριον ἀγάπης, διδασκαλεῖον εὐσεβείας, φυτώριον στελεχῶν τῆς Ἐκκλησίας φωτεινῶν, ἐμφορουμένων ὑπὸ τὸ πνεῦμα τῆς οἰκουμενικότητος, φορέων τῆς ἱερᾶς παραδόσεως.
Ἡ ἐλαχιστότης μου εἶναι ὁ τρίτος Ἡγούμενος, ὁ ὁποῖος ἐνθρονίζεται ἐπὶ τῆς εὐκλεοῦς Πατριαρχείας Σας, μὴ διοριζόμενος ταυτοχρόνως καὶ ὡς Σχολάρχης. Ἐκφράζων ἅπασαν τὴν φιλέορτον ὁμήγυριν εὔχομαι ὅπως ἡ Ὑμετέρα Παναγιότης, «ὁ τῆς εἰρήνης φίλος καὶ τῆς ἀγάπης ἐργάτης» πρεσβείαις τοῦ τοῦ φωτὸς ἐπωνύμου ἐν ἁγίοις Προκατόχου Αὐτῆς, τοῦ ἀπελαύνοντος τὸ σκότος αὐγάσας λαμπηδόσι θείου φωτὸς καὶ θείᾳ χάριτι τοῦ Παρακλήτου τοῦ «ὀξέως τὴν λύτρωσιν δίδοντος» , ἀξιωθῇ - καὶ δὴ συντόμως - ὅπως ἀνάψῃ τὴν λαμπάδα ταύτην τῆς ἱερᾶς ἐπιστήμης καὶ ἐγκαινιάσῃ τὴν ἐπαναλειτουργίαν τῆς Ἱερᾶς κατὰ Χάλκην περιπύστου Θεολογικῆς Σχολῆς.
Γένοιτο.
Ο Μητροπολίτης Προύσης δέχεται τις ευχές του Εκπροσώπου των Μειονοτήτων Λάκη Βίγκα
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης με τους σπουδαστές της Εκκλησιαστικής Σχολής Χανίων

1 σχόλιο:

  1. Αρχιμ. Ιωακείμ Οικονομίκος. Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μ. Κίτρους. Κατερίνη.7 Φεβρουαρίου 2012 στις 5:36 μ.μ.

    Θερμά συγχαρητήρια στον καλό φίλο Μητροπολίτη Προύσης Ελπιδοφόρο, για την ενθρόνισή του στην θέση του Ηγουμένου της κατά Χάλκην Ιεράς Μονής Αγίας Τριάδος, από τον Οικουμενικό μας Πατριάρχη κύριο Βαρθολομαίο. Ο Θεός, με τις πρεσβείες του Αγίου Φωτίου να τον ενισχύει στο υψηλό του αυτό έργο, αλλά και να αξιωθεί να είναι ο πρώτος Σχολάρχης της Θεολογικής Σχολής με την επαναλειτουργία της. Παναγιώτατε, ο Θεός να Σας ευλογεί και γρήγορα να δείτε και πάλι την Σχολή πού τόσο αγαπάτε και αγωνίζεστε, ανοιχτή, ώστε να τελέσετε τον Αγιασμό της επαναλειτουργίας της. Να δεχτείτε τους νέους φοιτητές της, οι οποίοι θα καθίσουν στα θρανία της Σχολής, σε αυτά τα θρανία από τα οποία και Εσείς, αλλά και άλλοι Επίσκοποι της Μητρός Εκκλησίας περάσατε, μαθαίνοντας όχι μόνο γράμματα αλλά και Θεολογία. Σεβασμιώτατε πολλά τα έτη σου. Καλή δύναμη. Ο Θεός μαζί σου.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Related Posts with Thumbnails